Τι αληθινά γνωρίζουμε για το έγκλημα και την εγκληματικότητα, τη βία και τη παραβατικότητα; Είναι όλες οι παρεκκλίνουσες συμπεριφορές «εγκλήματα»;Ποιος είναι τελικά ο εγκληματίας; Ποιοι παράγοντες ωθούν κάποιον σε μια εγκληματική πράξη; Ποιος ο ρόλος των θυμάτων στην αντιμετώπιση του εγκλήματος; «Σωφρονίζει» το σωφρονιστικό μας σύστημα; Το μόνο σίγουρο είναι ότι η Εγκληματολογία είναι μια ασυνήθιστη επιστήμη που προσπαθεί να εξαλείψει το ίδιο το αντικείμενο μελέτης της!

12 Ιαν 2017

Ερευνώντας το φαινόμενο της ξενοφοβίας



Τις βαθύτερες ρίζες του φαινομένου της ξενοφοβίας στην Ελλάδα, το οποίο φυσικά προϋπάρχει της οικονομικής κρίσης, με την περίοδο της κρίσης να αποτελεί απλώς πρόσφορο έδαφος για την ενεργοποίηση της ξενοφοβικής συμπεριφοράς, καταγράφει η μεγάλη έρευνα που πραγματοποίησε το Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης του Παντείου Πανεπιστημίου σε συνεργασία με το ερευνητικό κέντρο «Αθηνά».Το ερευνητικό αυτό εγχείρημα, το οποίο παρουσιάστηκε στο Πάντειο σε ημερίδα με πλήθος ομιλητών, βασίζεται σε έναν πολύ μεγάλο όγκο δεδομένων που προέρχονται από σχετικά δημοσιεύματα στον Τύπο από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 μέχρι σήμερα, καθώς επίσης από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και κυρίως το twitter την περίοδο 2013-2016, αλλά και από τον κοινοβουλευτικό λόγο των τελευταίων 30 ετών.
Είναι χαρακτηριστικό ότι πρόκειται για τη μελέτη εκατοντάδων χιλιάδων άρθρων, καθώς και για την αξιοποίηση για πρώτη φορά ως πηγών των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ενώ η επεξεργασία του συνόλου των δεδομένων, όπως περιέγραψε ο Χάρης Παπαγεωργίου, ερευνητής του κέντρου «Αθηνά», έγινε από πληθώρα ερευνητικών υπολογιστικών εργαλείων.
Ανάλυση συναισθημάτων

Όπως εξήγησε η Βασιλική Γεωργιάδου, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Πάντειο, η έρευνα κινήθηκε σε δύο άξονες. Στην ανάλυση συναισθημάτων, εστιάζοντας στη λεκτική επιθετικότητα που εκδηλώνεται στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, και στην ανάλυση γεγονότων που έχουν δημοσιευτεί στον Τύπο, όπως οι επιθέσεις εναντίον ατόμων που στοχοποιούνται λόγω της φυλετικής, θρησκευτικής ή άλλου τύπου διαφορετικότητάς τους, αλλά και οι επιθέσεις εναντίον της ιδιοκτησίας τους ή των θρησκευτικών και λατρευτικών τους χώρων.

Απαντώντας στο βασικό ερώτημα της έρευνας, η κ. Γεωργιάδου επισήμανε λοιπόν ότι δεν υπάρχει ευθεία συνάρτηση ξενοφοβίας και οικονομικής κρίσης, με τις συγκυρίες της κρίσης να είναι βέβαια ευνοϊκές για την ενεργοποίηση του ήδη υπαρκτού φαινομένου.

Με άλλα λόγια, η κρίση δεν είναι η αιτία για την ξενοφοβία, όμως μπορεί να αποτελέσει το κατάλληλο πεδίο για την εκδήλωσή της.

Σύμφωνα με τα στοιχεία που παρουσίασαν οι ερευνητές Γιάννης Γαλαριώτης, Αναστασία Καφέ και Κωνσταντίνα Παπανικολάου, η σχετική αύξηση της ξενοφοβικής συμπεριφοράς που παρατηρείται την περίοδο την κρίσης (2009-2016) αποδίδεται στην άνοδο της Χρυσής Αυγής τα προηγούμενα χρόνια, ενώ ως κύριοι δρώντες των ρατσιστικών επιθέσεων εντοπίζονται να είναι αστυνομικοί και βέβαια η ναζιστική οργάνωση.

Η οργανωμένη δράση της Χρυσής Αυγής καταγράφεται ρητά στην έρευνα, με αναφορές σε πλήθος εγκληματικών επιθέσεων, ενώ ορόσημο αποτελεί φυσικά η δολοφονία του Παύλου Φύσσα τον Σεπτέμβριο του 2013 και η ποινική δίωξη των ηγετικών στελεχών της οργάνωσης, η οποία υποχρέωσε τη Χρυσή Αυγή να αποσύρει τα τάγματα εφόδου, με αποτέλεσμα τη δραστική μείωση των επιθέσεων.

Η ομάδα των «Γερμανών»

Οσον αφορά τη λεκτική επιθετικότητα, σύμφωνα με τα όσα παρουσίασαν οι ερευνήτριες Μαρία Ποντίκη και Τζένη Λιαλιούτη, η ισχύς των ξενοφοβικών πεποιθήσεων είναι ριζωμένη στην ελληνική πολιτική κουλτούρα και δεν προκύπτει από την τρέχουσα οικονομική κρίση.

Υπάρχουν εμφανή στοιχεία συνέχειας στη ρατσιστική αντιμετώπιση ομάδων που παραδοσιακά αποτελούν στόχους τις τελευταίες δεκαετίες, ενώ ο αντισημιτισμός παραμένει «ως συνεκτικό σύστημα πεποιθήσεων».

Ενίσχυση δείχνουν οι αντιμουσουλμανικές στάσεις, με την αρνητική πρόσληψη του Ισλάμ να αποτελεί πια βασικό στοιχείο της ελληνικής ξενοφοβίας, ενώ σε ομάδα-στόχο έχει αναδειχτεί πλέον και αυτή των «Γερμανών».

Κατά τη διάρκεια της ημερίδας, στο βήμα ανέβηκε επίσης ο Γιάννης Κωνσταντινίδης, επίκουρος καθηγητής ΠΑ.ΜΑΚ., ο οποίος παρουσίασε ποσοτικές έρευνες κοινής γνώμης, όπου ανιχνεύεται το φαινόμενο της ξενοφοβίας στην ελληνική κοινωνία.

Ακόμη, ο Νίκος Δεμερτζής, διευθυντής ΕΚΚΕ και καθηγητής ΕΚΠΑ, επαίνεσε το κύμα της αλληλεγγύης που επέδειξαν οι κάτοικοι των νησιών στους πρόσφυγες, επισημαίνοντας όμως παράλληλα ότι η «ελληνική παραδοσιακή φιλοξενία είναι και ένα στοιχείο της εθνικής στερεοτυπικής μας αυτοεικόνας», συμπληρώνοντας ότι η ίδια η φιλοξενία «είναι μια σχέση ανώτερου προς κατώτερο, δυνατού προς αδύναμο» και τονίζοντας ότι, «όσο παραμένουν οι πρόσφυγες σε αυτές τις αδιανόητα απάνθρωπες συνθήκες στα νησιά με την ιδιότητα του θύματος, ενδεχομένως να τους περιέχει αυτό το πρότυπο της φιλοξενίας.

Αν όμως εκδηλώσουν μια άλλη στάση και δεν τους αντιμετωπίσει η ελληνική κοινωνία και τα μίντια ως θύματα αλλά ως ενεργά υποκείμενα που διεκδικούν τα δικαιώματά τους, τότε ίσως αποδειχτεί ότι η ελληνική φιλοξενία δεν είναι και τόσο φιλόξενη».

Για τον φονταμενταλισμό, ως υπόβαθρο της ξενοφοβικής προκατάληψης, μίλησε ο Χρυσόστομος Σταμούλης, καθηγητής ΑΠΘ, επισημαίνοντας ότι «όχι μόνο δεν είναι μια άλλη άποψη, η οποία θέλει να καθίσει στο ίδιο τραπέζι με άλλες απόψεις, αλλά είναι η διαδικασία βίας η οποία διεκδικεί την εξόντωση του υποκειμένου της διαφορετικότητας μέχρι σημείου φυσικής εξόντωσης», καταλήγοντας ότι «το πρόβλημα στην Ορθόδοξη Εκκλησία δεν είναι οι “εχθροί της ορθοδοξίας”, αλλά οι εσωτερικοί φρουροί».
Η θεσμική θωράκιση

Ο τέως γ.γ. Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Κωστής Παπαϊωάννου, μίλησε για τη σχεδόν παντελή απουσία θεσμικής αντιμετώπισης του ρατσισμού κατά το παρελθόν, αναφέροντας ότι τα τελευταία χρόνια υπήρξε μια σχετική θεσμική θωράκιση.

Επισήμανε ακόμα ότι υπάρχει απόσταση ανάμεσα στην καταγραφή του φαινομένου της ρατσιστικής βίας και την ποινική του αντιμετώπιση, ενώ τόνισε τον αποτρεπτικό χαρακτήρα για το φαινόμενο που έχει η ποινική διερεύνηση.

Υπενθύμισε επίσης τη θεσμική αμεριμνησία που έχουν επιδείξει οι αρχές και την «τάση των ΜΜΕ και της κοινής γνώμης να θεωρούν ότι με το να εξελίσσεται μια δίκη στο Εφετείο έχουμε κάνει αυτό που έπρεπε να κάνουμε».

Ανέφερε, δε, ότι «το τελευταίο διάστημα υπάρχει μια αναζωπύρωση του φαινομένου».

Η Τίνα Σταυρινάκη, βοηθός συντονίστρια του Δικτύου Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας, μίλησε για την πλημμελή διερεύνηση του ρατσιστικού κινήτρου στις υποθέσεις ρατσιστικής βίας, επισημαίνοντας ότι η εμπλοκή ενστόλων σε τέτοια βίαια περιστατικά δυσκολεύει την πρόσβαση των θυμάτων στη Δικαιοσύνη.

Ο Λευτέρης Παπαγιαννάκης, αντιδήμαρχος Αθηναίων, αναφέρθηκε στις ξενοφοβικές φωνές που στρέφονται εναντίον του προγράμματος στέγασης προσφύγων, ενώ τόνισε ότι στην Ελλάδα δεν υπάρχει πολιτική ένταξης μεταναστών και προσφύγων εδώ και 40 χρόνια.

Η Δήμητρα Κρουστάλλη, δημοσιογράφος του «Βήματος», μίλησε για τη ρητορική πολιτικών παραγόντων και παραγόντων της Δικαιοσύνης που προσφέρει «πολιτική νομιμοποίηση» στη Χρυσή Αυγή ή τρέφει την ξενοφοβία, ενώ η εκδήλωση έκλεισε με την ομιλία του δημοσιογράφου της «Εφ.Συν.» Δημήτρη Ψαρρά, ο οποίος ανέλυσε τις ρίζες του φαινομένου της ξενοφοβίας, τονίζοντας ότι στις αρχές της δεκαετίας του ’90 προκλήθηκε μια μετάλλαξη στην ελληνική κοινωνία, μετά το μαζικό κύμα μεταναστών, κυρίως από την Αλβανία, και την επιβολή στον καταμερισμό εργασίας ενός νέου εθνοτικού (φυλετικού) διαχωρισμού, αλλά και μετά την εθνικιστική υστερία γύρω από το μακεδονικό ζήτημα.

Την ίδια ώρα, οι σκόπιμες υπερβολές της ιδιωτικής τηλεόρασης υποδαύλιζαν την ξενοφοβία, ενώ αναπτυσσόταν παράλληλα ο αντισημιτισμός, στον οποίο σε ένα βαθμό οφείλει τη δημοφιλία στο ακροατήριό της και η ναζιστική Χρυσή Αυγή.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου