Εξετάζοντας τους παράγοντες που γεννούν το συγκεκριμένο έγκλημα (push factors), διαπιστώνουμε καταρχήν ότι τις τελευταίες δεκαετίες σε οικονομικό επίπεδο η παγκοσμιοποίηση και οι ελεύθερες αγορές οδήγησαν σε αυξημένη κίνηση κεφαλαίου και εργασίας. Τα σύνορα άνοιξαν για το εμπόριο, τους επενδυτές και τους επισκέπτες απ’ τις πλουσιότερες χώρες, οι άνθρωποι, όμως, από τις φτωχότερες χώρες δεν μπορούν να μετακινηθούν τόσο ελεύθερα. Σε κοινωνικό επίπεδο οι αυστηροί περιορισμοί και οι νόμοι για την
απαγόρευση της μετανάστευσης έδρασαν βεβαία αποτελεσματικά στο να κρατούν μακριά εκείνους που ζητούν άσυλο, παράλληλα, όμως, προκάλεσαν την περιθωριοποίησή και τον αποκλεισμό τους από κάθε κοινωνική δράση. Έτσι, το σωματεμπόριο άνθησε μέσα σε αυτό τον αφανή κόσμο των φθινουσών οικονομιών, της φτώχειας, των διακρίσεων, των διεφθαρμένων κυβερνήσεων και των νέων τεχνολογιών. Εκατομμύρια νέοι άνθρωποι αποτελούν κάθε χρόνο αντικείμενα σωματεμπορίας σε ανταπόκριση της ζήτησης για
φθηνή - δουλική εργασία στην γεωργία, την οικιακή εργασία, και την βιομηχανία. Επιπλέον, βασικοί παράγοντες αποτελούν η φτώχεια, η ανεργία, η σοβαρή έλλειψη παιδείας και επαγγελματικών ευκαιριών στις χώρες προέλευσης των θυμάτων αλλά και οι ασταθείς οικογενειακές συνθήκες (“the runaway”). Μέσα σε αυτά τα πλαίσια η απελπισία και η τρωτότητα τους στρέφει να αναζητήσουν εργασία και ευκαιρίες διαβίωσης σε δυτικές χώρες.
απαγόρευση της μετανάστευσης έδρασαν βεβαία αποτελεσματικά στο να κρατούν μακριά εκείνους που ζητούν άσυλο, παράλληλα, όμως, προκάλεσαν την περιθωριοποίησή και τον αποκλεισμό τους από κάθε κοινωνική δράση. Έτσι, το σωματεμπόριο άνθησε μέσα σε αυτό τον αφανή κόσμο των φθινουσών οικονομιών, της φτώχειας, των διακρίσεων, των διεφθαρμένων κυβερνήσεων και των νέων τεχνολογιών. Εκατομμύρια νέοι άνθρωποι αποτελούν κάθε χρόνο αντικείμενα σωματεμπορίας σε ανταπόκριση της ζήτησης για
φθηνή - δουλική εργασία στην γεωργία, την οικιακή εργασία, και την βιομηχανία. Επιπλέον, βασικοί παράγοντες αποτελούν η φτώχεια, η ανεργία, η σοβαρή έλλειψη παιδείας και επαγγελματικών ευκαιριών στις χώρες προέλευσης των θυμάτων αλλά και οι ασταθείς οικογενειακές συνθήκες (“the runaway”). Μέσα σε αυτά τα πλαίσια η απελπισία και η τρωτότητα τους στρέφει να αναζητήσουν εργασία και ευκαιρίες διαβίωσης σε δυτικές χώρες.
Όσον αφορά στην Ελλάδα, η διεθνική σωματεμπορία και η εξαναγκαστική πορνεία προωθήθηκαν βαθιά στην ελληνική κοινωνία με τις εξαναγκαστικά εκδιδόμενες να κυμαίνονται την προηγούμενη δεκαετία γύρω στις 20.000 και την πελατεία γύρω στο ένα εκατομμύριο. Η πορνεία του εξαναγκασμού που ανδρώθηκε τη δεκαετία του 1990 συνέστησε μιαν οργανωμένη και συνεκτική κοινωνικο-οικονομική δομή. Ως προς τις οικονομικές και ψυχοκοινωνικές συντεταγμένες του εξαναγκασμού στο επίπεδο της πελατείας, έχουν γίνει οι παρακάτω διαπιστώσεις από τον αναγνωρισμένο Εγκληματολόγο Γρηγόρη Λάζο: α)την περίοδο 1990-2000 στην πορνεία διοχετεύθηκαν από την πελατεία 7.300.000.000 ευρώ, το 82-83% των οποίων (περίπου 6 δις.ευρώ) κατευθύνθηκε στην εξαναγκαστική πορνεία, β) Την πενταετία 1996-2000, ο μέσος πελάτης ξόδεψε 950 - 1000 ευρώ ετησίως για τη μίσθωση πορνικών υπηρεσιών. Η μεγάλη πλειονότητα των πελατών διοχέτευαν στην αγορά της πορνείας το 7-12% των εισοδημάτων τους και μια αξιόλογη μειονότητα αυτών (περίπου 80-100.000 χιλιάδες άνδρες) κατανάλωσαν στην πορνεία έως και 50% των εισοδημάτων τους, με έναν ενθουσιώδη πυρήνα τους να καταναλώνουν έως και το σύνολο των εισοδημάτων τους ή ακόμα και να δανείζονται για το σκοπό αυτόν ή/και για να συντηρηθούν, γ) αλλοιώθηκε η σεξουαλική ταυτότητα και ο ευρύτερος κοινωνικός χαρακτήρας των ανδρών πελατών, καθώς σχετίσθηκαν εμπορευματικά με γυναίκες που βρίσκονταν κάτω από τη βία των
σωματεμπόρων, σε κατάσταση εξαθλίωσης της ζωής, χωρίς δυνατότητα άρνησης πελάτη ή τύπου υπηρεσίας και έφερναν στην επιφάνεια της προσωπικότητας εχθρικές ή βαθιά περιφρονητικές προς τη γυναίκα πτυχές του χαρακτήρα τους.
σωματεμπόρων, σε κατάσταση εξαθλίωσης της ζωής, χωρίς δυνατότητα άρνησης πελάτη ή τύπου υπηρεσίας και έφερναν στην επιφάνεια της προσωπικότητας εχθρικές ή βαθιά περιφρονητικές προς τη γυναίκα πτυχές του χαρακτήρα τους.
Η γνήσια και πολύμορφη εξουθενωτική βία που εφαρμόζεται στις μαζικά εισαγόμενες αλλοδαπές σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να γίνει αντιληπτή από τον μέσο άνθρωπο σε όλο της το μέγεθος. Κατά κόρον οι αλλοδαπές αυτές υφίστανται ξυλοδαρμούς, αγριότητες, κατά συρροή ομαδικούς βιασμούς, στέρηση της προσωπικής της ελευθερίας και κίνδυνο της σωματικής και ψυχικής της ακεραιότητας, γενικά κάθε μορφής καταπίεσης. απαγωγή, ψευδείς υποσχέσεις, μεταφορά σε ξένο μέρος, απώλεια της ελευθερίας, κατάχρηση, βία, και αποστέρηση των μέσων των αναγκαίων για την επιβίωση. Τα θύματα απομονώνονται, ελέγχονται με διάφορες ψυχολογικές και σωματικές τεχνικές, τα αναγκάζουν να γίνουν εξαρτημένοι χρήστες ναρκωτικών και οινοπνεύματος, εξαπατώνται και τρομοκρατούνται, με στόχο την καθυπόταξή τους. Όσον αφορά δε στα παιδιά που εξωθούνται στη βιομηχανία του σεξ οι συνέπειες είναι καταστροφικές, καθώς κακοποιούνται σωματικά, ψυχολογικά και σεξουαλικά, ενώ σε μεγάλο ποσοστό πάσχουν από σεξουαλικά μεταδιδόμενα νοσήματα.
Η αδιάκοπη εξάρτηση που προκαλεί στο θύμα του ο δράστης, ο οποίος καταρρακώνοντας και το τελευταίο ψήγμα της αξιοπρέπειάς του και εκμηδενίζοντας έτσι τη δυνατότητα να σταθεί αυτοτελώς και αυτοδυνάμως μέσα στο κοινωνικό σύνολο το υποδουλώνει και το καθιστά υποχείριό του. Η έκδοση αυτή ως διαφημιζόμενο προϊόν υποβιβάζει τον άνθρωπο από υποκείμενο σε αντικείμενο μέσω της εμπορευσιμότητας του σώματός του, προσβάλλει εν γένει την προσωπικότητά του, μέσω της στέρησης του δικαιώματος ελευθερίας, επιλογής και έκφρασης των συναισθημάτων του. Ο υποβιβασμός του αγνού και ανιδιοτελούς από τη φύση του έρωτα σε αγοραίο οδηγεί δε, τόσο στην καταστροφή του θύματος και του θύτη όσο και στη διαφθορά ολόκληρου του κοινωνικού συνόλου, αφενός μέσω της αθλιότητας που προκαλεί στον ψυχισμό τόσο του δράστη όσο και του θύματος της σωματεμπορίας, και αφετέρου, μέσω της ανοχής του κοινωνικού συνόλου συντηρώντας δια της σιωπής του τέτοιου είδους εγκλήματα.
Εκτός των μικρής κλίμακας επιχειρήσεων παράνομης διακίνησης υπάρχουν και τα μεγάλα κυκλώματα με συγκεκριμένη δομή. Σε εισήγησή της η Αστυνόμος Υποδιευθύντρια κ. Αντωνία Ανδρεάκου, επικεφαλής Ομάδας anti – trafficking του Αρχηγείου Ελληνικής Αστυνομίας ανέφερε βάσει στατιστικής έρευνας πως τα χαρακτηριστικά των δραστών δεν προσλαμβάνουν μόνο τη μορφή μεμονωμένων φυσικών προσώπων, τα οποία δρουν ατομικά και για λογαριασμό τους, αλλά συγκαλύπτονται και από τη δομημένη συγκρότηση. Πρόκειται για ένα οργανωμένο κύκλωμα 5 – 6 ατόμων, τα οποία μέσω των μεθόδων στρατολόγησης και μέσω της παράνομης λειτουργίας των γραφείων ευρέσεως εργασίας στοχεύουν να εξαπατήσουν τα θύματά τους, πείθοντάς τα αρχικά να εγκαταλείψουν την χώρα τους για μια καλύτερη ζωή στην Ελλάδα. Μετά αφού καταφέρουν να τα μεταφέρουν στη χώρα μας, μακριά από τον τόπο τους, κατακρατούν τα ταξιδιωτικά τους έγγραφα, χρησιμοποιώντας ψυχολογική και σωματική βία και εξαναγκάζοντάς τα να εργάζονται κάτω από απάνθρωπες συνθήκες, προκειμένου να «ξεχρεώσουν» τα έξοδα τα οποία ισχυρίζονται ότι δαπάνησαν οι δράστες του κυκλώματος για να μεταφέρουν τα θύματά τους στην Ελλάδα.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα μια ελληνική ομάδα που πριν από 2 έτη συνελήφθη και αποκαλύφθηκε η δομή της. Είχαν διακριτούς ρόλους και διαρκή δράση, με σκοπό την οικονομική και γενετήσια εκμετάλλευση αλλοδαπών γυναικών, από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων στην Ελλάδα, αποκομίζοντας τεράστια οικονομικά οφέλη. Πρόκειται για έναν 40χρονο και άλλα 17 άτομα. Το κύκλωμα λειτουργούσε σε πέντε (5) “τομείς – πυρήνες”, έτσι, ώστε ακόμη και σε περίπτωση εντοπισμού ή σύλληψη μελών της από της διωκτικές αρχές, να μην είναι δυνατή η πλήρη εξάρθρωσή της. Ο Α΄ τομέας – πυρήνας είχε ως αποστολή τον εντοπισμό, τη μεταφορά και την προώθηση των γυναικών – θυμάτων στη χώρα μας. Τις γυναίκες - θύματα έβρισκαν μέλη της οργάνωσης μέσω αγγελιών στον τοπικό τύπο ή μέσω της ιστοσελίδας του γραφείου ευρέσεως εργασίας. Στη συνέχεια εξασφάλιζαν τα ταξιδιωτικά έγγραφα, προμήθευαν με αεροπορικά εισιτήρια τις γυναίκες και τις μετέφεραν στην Ελλάδα. Από τους αερολιμένες Αθηνών και Θεσσαλονίκης τις παραλάμβαναν άλλα μέλη της οργάνωσης και στη συνέχεια τις εγκαθιστούσαν σε διαμερίσματα τα οποία είτε ενοικίαζαν, είτε ήταν ιδιοκτησίας αρχηγικών μελών της οργάνωσης. Στον Β΄ τομέα – πυρήνα περιλαμβάνονταν νυκτερινά κέντρα διασκέδασης (strip tease) στην Αθήνα. Η “διαχείριση”και ο έλεγχος των γυναικών είχε ανατεθεί σε κατώτερα στην ιεραρχία μέλη της οργάνωσης τα οποία απλώς εκτελούσαν εντολές. Στον Γ΄ τομέα – πυρήνα ανήκαν τέσσερα νυκτερινά κέντρα διασκέδασης, στη Λαμία, στη Σκύδρα Πέλλας, στη Φλώρινα και στην επαρχιακή οδό Λάρισας - Καρδίτσας. Η οργάνωση τα χρησιμοποιούσε για να μεταφέρει όσες από τις γυναίκες δεν υπάκουαν στις οδηγίες της, ώστε να τις αποκόψουν από τις υπόλοιπες και έτσι να κάμψουν την αντίστασή τους! Στο Δ΄ και Ε΄ τομέα – πυρήνα ανήκαν τα άτομα που είχαν αναλάβει την νομιμοποίηση των γυναικών που εισέρχονταν στη χώρα μας, είτε μέσω αιτήσεων για τη χορήγηση πολιτικού ασύλου, είτε με την κατάρτιση πλαστών πιστοποιητικών, για την τέλεση εικονικών γάμων! Τέλος, στον ΣΤ΄ τομέα – πυρήνα είχε ανατεθεί το ξέπλυμα του βρώμικου χρήματος που συγκεντρωνόταν από τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης καθώς και τους υπεύθυνους – διαχειριστές των νυκτερινών κέντρων, ανά τομέα των παράνομων δραστηριοτήτων. Τα κέρδη αυτά νομιμοποιούνταν κυρίως μέσω γνωστής αλυσίδας καταστημάτων, της οποίας ο ιδιοκτήτης ήταν ο εγκέφαλος! Επιπλέον μεγάλα χρηματικά ποσά διοχετεύονταν στο εξωτερικό και ειδικότερα στη Ρωσία, μέσω των εταιρειών ταχυμεταφοράς χρημάτων.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα μια ελληνική ομάδα που πριν από 2 έτη συνελήφθη και αποκαλύφθηκε η δομή της. Είχαν διακριτούς ρόλους και διαρκή δράση, με σκοπό την οικονομική και γενετήσια εκμετάλλευση αλλοδαπών γυναικών, από χώρες της Ανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων στην Ελλάδα, αποκομίζοντας τεράστια οικονομικά οφέλη. Πρόκειται για έναν 40χρονο και άλλα 17 άτομα. Το κύκλωμα λειτουργούσε σε πέντε (5) “τομείς – πυρήνες”, έτσι, ώστε ακόμη και σε περίπτωση εντοπισμού ή σύλληψη μελών της από της διωκτικές αρχές, να μην είναι δυνατή η πλήρη εξάρθρωσή της. Ο Α΄ τομέας – πυρήνας είχε ως αποστολή τον εντοπισμό, τη μεταφορά και την προώθηση των γυναικών – θυμάτων στη χώρα μας. Τις γυναίκες - θύματα έβρισκαν μέλη της οργάνωσης μέσω αγγελιών στον τοπικό τύπο ή μέσω της ιστοσελίδας του γραφείου ευρέσεως εργασίας. Στη συνέχεια εξασφάλιζαν τα ταξιδιωτικά έγγραφα, προμήθευαν με αεροπορικά εισιτήρια τις γυναίκες και τις μετέφεραν στην Ελλάδα. Από τους αερολιμένες Αθηνών και Θεσσαλονίκης τις παραλάμβαναν άλλα μέλη της οργάνωσης και στη συνέχεια τις εγκαθιστούσαν σε διαμερίσματα τα οποία είτε ενοικίαζαν, είτε ήταν ιδιοκτησίας αρχηγικών μελών της οργάνωσης. Στον Β΄ τομέα – πυρήνα περιλαμβάνονταν νυκτερινά κέντρα διασκέδασης (strip tease) στην Αθήνα. Η “διαχείριση”και ο έλεγχος των γυναικών είχε ανατεθεί σε κατώτερα στην ιεραρχία μέλη της οργάνωσης τα οποία απλώς εκτελούσαν εντολές. Στον Γ΄ τομέα – πυρήνα ανήκαν τέσσερα νυκτερινά κέντρα διασκέδασης, στη Λαμία, στη Σκύδρα Πέλλας, στη Φλώρινα και στην επαρχιακή οδό Λάρισας - Καρδίτσας. Η οργάνωση τα χρησιμοποιούσε για να μεταφέρει όσες από τις γυναίκες δεν υπάκουαν στις οδηγίες της, ώστε να τις αποκόψουν από τις υπόλοιπες και έτσι να κάμψουν την αντίστασή τους! Στο Δ΄ και Ε΄ τομέα – πυρήνα ανήκαν τα άτομα που είχαν αναλάβει την νομιμοποίηση των γυναικών που εισέρχονταν στη χώρα μας, είτε μέσω αιτήσεων για τη χορήγηση πολιτικού ασύλου, είτε με την κατάρτιση πλαστών πιστοποιητικών, για την τέλεση εικονικών γάμων! Τέλος, στον ΣΤ΄ τομέα – πυρήνα είχε ανατεθεί το ξέπλυμα του βρώμικου χρήματος που συγκεντρωνόταν από τα μέλη της εγκληματικής οργάνωσης καθώς και τους υπεύθυνους – διαχειριστές των νυκτερινών κέντρων, ανά τομέα των παράνομων δραστηριοτήτων. Τα κέρδη αυτά νομιμοποιούνταν κυρίως μέσω γνωστής αλυσίδας καταστημάτων, της οποίας ο ιδιοκτήτης ήταν ο εγκέφαλος! Επιπλέον μεγάλα χρηματικά ποσά διοχετεύονταν στο εξωτερικό και ειδικότερα στη Ρωσία, μέσω των εταιρειών ταχυμεταφοράς χρημάτων.
Από μαρτυρία ακτιβιστή σε θέματα πορνείας και εμπορίας μαύρης σάρκας μαθαίνουμε πως:
- Το δίκτυο που φέρνει μαύρες γυναίκες στην Ευρώπη είναι ενιαίο. Η έδρα του είναι στη Ρώμη. Μόνο στο Τορίνο που είναι μικρή πόλη, εκπορνεύονται περίπου 7.000 κορίτσια. Τους κάνουν βουντού κι αυτό έχει αποδειχτεί σε όλες τις περιπτώσεις που κάποια ξεφεύγει από το δίκτυο.
- Στην Ελλάδα έρχονται ΝΟΜΙΜΑ (!) συνήθως με τουριστική βίζα μέσω Ιταλίας. Από εκεί διοχετεύονται σε όλη την Ευρώπη. Όταν λήξει η βίζα, κάνουν αίτηση για πολιτικό άσυλο ή για πράσινη κάρτα.
- Οι περισσότερες είναι Νιγηριανές, από την επαρχία Εντο. Η πρωτεύουσα της Εντο, η Μπενίν είναι το πιο οργανωμένο σκλαβοπάζαρο του κόσμου. Εκεί μπορείς να αγοράσεις ανθρώπους για όλες τις δουλειές: ανήλικα για να γαζώνουν ή να κάνουν βίζιτες, αρσενικές πόρνες και, φυσικά, γυναίκες.
- Οι αμοιβές τους εξαρτώνται από τη συμφωνία. Μπορεί η οικογένεια να πουλήσει το κορίτσι για 1.000 ως 3.000 ευρώ. Μπορεί όμως και να συμφωνήσει η κοπέλα να φύγει με τον σωματέμπορο μόνο και μόνο γιατί θα της υποσχεθεί καλύτερη ζωή. Ο τελευταίος για να της βγάλει χαρτιά, βίζα και εισιτήρια τη χρεώνει 40 με 50 χιλιάδες ευρώ. Και μέχρι να τον ξεχρεώσει είναι δεμένη με όρκο σιωπής».
Η Λύση στο Πρόβλημα και η Συμβολή του Λιμενικού Σώματος – Ελληνικής Ακτοφυλακής
Το εν λόγω έγκλημα της εμπορίας ανθρώπων συνιστά μία από τις σοβαρότερες προσβολές της αξιοπρέπειας του ατόμου και γι’ αυτό πρέπει να αντιμετωπίζεται από την Πολιτεία αφενός μέσω του νομοθετικού της πλαισίου και αφετέρου μέσω των δικαστικών και κατασταλτικών της μηχανισμών με την μεγαλύτερη δυνατή αυστηρότητα. Η κατάσταση όμως στην Ελλάδα συχνά είναι απογοητευτική παρά τις ομολογουμένως δυνατές προσπάθειες για συμμόρφωση με τις Ευρωπαϊκές Οδηγίες. Συγκεκριμένα, οι συστάσεις που της έχουν υποβληθεί για θέματα αναφορικά α) με τον εντοπισμό των θυμάτων, β) την προστασία των θυμάτων και γ) την τιμωρία των διακινητών συνεχίζουν δυστυχώς να παραμένουν ανεφάρμοστες. Σύμφωνα με την Έκθεση του 2008 για την Εμπορία Ανθρώπων από το Γραφείο Παρακολούθησης και Καταπολέμησης της Εμπορίας Ανθρώπων διαπιστώνεται, ότι, ενώ η Ελλάδα συνέχισε να χρηματοδοτεί προγράμματα πρόληψης στις χώρες προέλευσης των θυμάτων, να συγχρηματοδοτεί προγράμματα εκπαίδευσης κατά της εμπορίας και να έχει ξενώνες για τα θύματα στην Ελλάδα, σήμερα οι ξενώνες παραμένουν αχρησιμοποίητοι και οι λίγοι διακινητές που έχουν καταδικαστεί δεν εκτίουν τις επιβληθείσες ποινές. Επιπλέον, πολλές εκθέσεις ΜΚΟ αναφέρουν ότι α)καταδικασμένοι διακινητές που αντιμετωπίζουν ποινές μακροχρόνιας κάθειρξης, αποφυλακίζονται με εγγύηση εν αναμονή εκδίκασης της έφεσης, β)μερικοί τοπικοί αστυνομικοί δωροδοκούνται ή αποδέχονται σεξουαλικές υπηρεσίες από διακινητές παρέχοντας ταυτόχρονα «προστασία» σε καταστήματα που εμπλέκονται στην εμπορία ανθρώπων ή παραβλέπουν το πρόβλημα, γ) ορισμένοι Έλληνες προξενικοί υπάλληλοι στο εξωτερικό διευκολύνουν την εμπορία χορηγώντας με πλήρη γνώση τους θεωρήσεις διαβατηρίων σε αλλοδαπά θύματα εμπορίας.
Έτσι, η ανεπαρκής προστασία τόσο των αναγνωρισμένων όσο και των πιθανών θυμάτων εμπορίας παραμένουν ως σοβαροί λόγοι ανησυχίας για το μέλλον. Παρά τα δυσοίωνα αυτά δεδομένα, καμία προσπάθεια αντιμετώπισης του προβλήματος δεν πάει χαμένη, έστω και αν τα θύματα που τελικά γλυτώνουν από τα κυκλώματα είναι λίγα. Είναι αλήθεια ότι, ενώ η συγκεκριμένη μορφή εμπορευματικής (οικονομικής και σεξουαλικής) εκμετάλλευσης γυναικών και παιδιών εντοπίσθηκε ως αξιοπρόσεκτο φαινόμενο με δυσμενείς συνέπειες στην κοινωνία από το 1992 και συχνότερα το 1993, ωστόσο, η ελληνική πολιτεία καθυστέρησε σχεδόν μία πενταετία να αποδεχθεί το ζήτημα ως αντικείμενο συστηματικής ενασχόλησης. Εκτιμούμε πως λύση χωρίς συντονισμένη προσπάθεια δεν υπάρχει. Οι ελληνικές αρχές, συμπεριλαμβανομένου και του Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής, οφείλουν να ασχοληθούν πιο συστηματικά με το πρόβλημα και να καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια. Έτσι, γνώμη μας είναι πως τα Σώματα Ασφαλείας πρέπει να συνεργάζονται πιο στενά με τις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ) και τη Διεθνή Αμνηστεία για τον εντοπισμό θυμάτων στις περιοχές δικαιοδοσίας τους και την καλύτερη προστασία ΠΑΙΔΙΩΝ - ΘΥΜΑΤΩΝ εμπορίας.
Τα στελέχη του Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής δεν είναι λιγότερο ενήμεροι από τους αστυνομικούς συναδέλφους τους για το φαινόμενο της παράνομης διακίνησης ανθρώπων ούτε λιγότερο αρμόδιοι για την παρέμβαση και αντιμετώπιση του. Αν και το κύριο πεδίο δράσης τους είναι η δίωξη των παράτυπων μεταναστών, συχνά τις τελευταίες δύο δεκαετίες έχουν πληροφορηθεί ή έχουν γίνει οι ίδιοι μάρτυρες περιστατικών μετακίνησης αλλοδαπών γυναικών από τα λιμάνια σε κέντρα διασκέδασης της περιοχής τους, έχοντας συνδράμει παράλληλα και την Ελληνική Αστυνομία σε υποθέσεις διακίνησης και εμπορίας ατόμων κυρίως στην περιφέρεια. Σε αυτό το πλαίσιο κρίνουμε επιτακτική τη διαρκή μετεκπαίδευση όλων των Στελεχών του ΛΣ-ΕΛ.ΑΚΤ. (είτε με τη μορφή σεμιναριακών μαθημάτων από ΜΚΟ είτε αναγνωρισμένων εκπαιδευτικών προγραμμάτων από οργανισμούς του εσωτερικού/εξωτερικού), ιδιαίτερα όσων υπηρετούν στην επαρχία και δή στις περιοχές εισόδου των μεταναστών, αλλά και τη συμμετοχή τους σε διεθνή fora για την Πρόληψη και Αντιμετώπισης του Εγκλήματος, καθώς θα ωφελούνταν διττά.
Αφενός μεν, εκπαιδευμένα πια Στελέχη θα ήταν ικανά να αναγνωρίσουν τα θύματα εμπορίας, όταν –ιδιαίτερα σε περιοχές εκτός κέντρου- άγνωστος αριθμός γυναικών απελαύνεται ως «λαθρομετανάστριες» και παράνομες πόρνες χωρίς ποτέ να διερευνηθεί αν στην πραγματικότητα είναι θύματα του οργανωμένου εγκλήματος, ώστε να τύχουν της ανάλογης νόμιμης προστασίας. Η επιστροφή δε στη χώρα τους όχι μόνο δεν λύνει το πρόβλημα, αλλά προκαλεί νέο μένος των σωματεμπόρων εναντίον τους, οι οποίοι εξακολουθούν να τις εκβιάζουν και να τις απειλούν. Αφετέρου, αν η γνώση αυτή διοχετευθεί σε όλους τους συναδέλφους σε κάθετο και οριζόντιο επίπεδο, τότε όλοι με τη σειρά τους σε προσωπικό επίπεδο θα θελήσουν να εμποδίσουν την διαιώνιση ενός τέτοιου φρικτού εγκλήματος. Στο σημείο αυτό να επισημάνουμε την άποψη του κ. Αντιεισαγγελέα Εφετών κ. Σωτήρη Μπάγια, ο οποίος πρότεινε την αρωγή της Πολιτείας στην προώθηση της ενεργούς συνεργασίας μεταξύ εισαγγελικών λειτουργών και καταρτισμένων ανακριτικών υπαλλήλων, οι οποίοι πρέπει να έχουν εξειδικευμένες γνώσεις στο φαινόμενο της εμπορίας ανθρώπων, ούτως ώστε αυτό να παταχθεί αποτελεσματικά, αφού -όπως πολύ γλαφυρά τόνισε- «ζούμε πλέον στον αιώνα της εξειδίκευσης…».
Έτσι, η ανεπαρκής προστασία τόσο των αναγνωρισμένων όσο και των πιθανών θυμάτων εμπορίας παραμένουν ως σοβαροί λόγοι ανησυχίας για το μέλλον. Παρά τα δυσοίωνα αυτά δεδομένα, καμία προσπάθεια αντιμετώπισης του προβλήματος δεν πάει χαμένη, έστω και αν τα θύματα που τελικά γλυτώνουν από τα κυκλώματα είναι λίγα. Είναι αλήθεια ότι, ενώ η συγκεκριμένη μορφή εμπορευματικής (οικονομικής και σεξουαλικής) εκμετάλλευσης γυναικών και παιδιών εντοπίσθηκε ως αξιοπρόσεκτο φαινόμενο με δυσμενείς συνέπειες στην κοινωνία από το 1992 και συχνότερα το 1993, ωστόσο, η ελληνική πολιτεία καθυστέρησε σχεδόν μία πενταετία να αποδεχθεί το ζήτημα ως αντικείμενο συστηματικής ενασχόλησης. Εκτιμούμε πως λύση χωρίς συντονισμένη προσπάθεια δεν υπάρχει. Οι ελληνικές αρχές, συμπεριλαμβανομένου και του Λιμενικού Σώματος - Ελληνικής Ακτοφυλακής, οφείλουν να ασχοληθούν πιο συστηματικά με το πρόβλημα και να καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια. Έτσι, γνώμη μας είναι πως τα Σώματα Ασφαλείας πρέπει να συνεργάζονται πιο στενά με τις Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις (ΜΚΟ) και τη Διεθνή Αμνηστεία για τον εντοπισμό θυμάτων στις περιοχές δικαιοδοσίας τους και την καλύτερη προστασία ΠΑΙΔΙΩΝ - ΘΥΜΑΤΩΝ εμπορίας.
Τα στελέχη του Λιμενικού Σώματος-Ελληνικής Ακτοφυλακής δεν είναι λιγότερο ενήμεροι από τους αστυνομικούς συναδέλφους τους για το φαινόμενο της παράνομης διακίνησης ανθρώπων ούτε λιγότερο αρμόδιοι για την παρέμβαση και αντιμετώπιση του. Αν και το κύριο πεδίο δράσης τους είναι η δίωξη των παράτυπων μεταναστών, συχνά τις τελευταίες δύο δεκαετίες έχουν πληροφορηθεί ή έχουν γίνει οι ίδιοι μάρτυρες περιστατικών μετακίνησης αλλοδαπών γυναικών από τα λιμάνια σε κέντρα διασκέδασης της περιοχής τους, έχοντας συνδράμει παράλληλα και την Ελληνική Αστυνομία σε υποθέσεις διακίνησης και εμπορίας ατόμων κυρίως στην περιφέρεια. Σε αυτό το πλαίσιο κρίνουμε επιτακτική τη διαρκή μετεκπαίδευση όλων των Στελεχών του ΛΣ-ΕΛ.ΑΚΤ. (είτε με τη μορφή σεμιναριακών μαθημάτων από ΜΚΟ είτε αναγνωρισμένων εκπαιδευτικών προγραμμάτων από οργανισμούς του εσωτερικού/εξωτερικού), ιδιαίτερα όσων υπηρετούν στην επαρχία και δή στις περιοχές εισόδου των μεταναστών, αλλά και τη συμμετοχή τους σε διεθνή fora για την Πρόληψη και Αντιμετώπισης του Εγκλήματος, καθώς θα ωφελούνταν διττά.
Αφενός μεν, εκπαιδευμένα πια Στελέχη θα ήταν ικανά να αναγνωρίσουν τα θύματα εμπορίας, όταν –ιδιαίτερα σε περιοχές εκτός κέντρου- άγνωστος αριθμός γυναικών απελαύνεται ως «λαθρομετανάστριες» και παράνομες πόρνες χωρίς ποτέ να διερευνηθεί αν στην πραγματικότητα είναι θύματα του οργανωμένου εγκλήματος, ώστε να τύχουν της ανάλογης νόμιμης προστασίας. Η επιστροφή δε στη χώρα τους όχι μόνο δεν λύνει το πρόβλημα, αλλά προκαλεί νέο μένος των σωματεμπόρων εναντίον τους, οι οποίοι εξακολουθούν να τις εκβιάζουν και να τις απειλούν. Αφετέρου, αν η γνώση αυτή διοχετευθεί σε όλους τους συναδέλφους σε κάθετο και οριζόντιο επίπεδο, τότε όλοι με τη σειρά τους σε προσωπικό επίπεδο θα θελήσουν να εμποδίσουν την διαιώνιση ενός τέτοιου φρικτού εγκλήματος. Στο σημείο αυτό να επισημάνουμε την άποψη του κ. Αντιεισαγγελέα Εφετών κ. Σωτήρη Μπάγια, ο οποίος πρότεινε την αρωγή της Πολιτείας στην προώθηση της ενεργούς συνεργασίας μεταξύ εισαγγελικών λειτουργών και καταρτισμένων ανακριτικών υπαλλήλων, οι οποίοι πρέπει να έχουν εξειδικευμένες γνώσεις στο φαινόμενο της εμπορίας ανθρώπων, ούτως ώστε αυτό να παταχθεί αποτελεσματικά, αφού -όπως πολύ γλαφυρά τόνισε- «ζούμε πλέον στον αιώνα της εξειδίκευσης…».
Επίσης, εκτός από την εξειδικευμένη και χωρίς προκατάληψη δράση των Σωμάτων Ασφαλείας, χρειάζονται πρώτον ευαισθητοποιημένη, διακομματική πολιτική βούληση, που είναι απαραίτητη προκειμένου αποκτήσουν σάρκα και οστά οι μεμονωμένες πρωτοβουλίες και δεύτερον χρειάζονται πιο αυστηρές ποινές για τους διακινητές, τους διαμεσολαβητές (“facilitators”) αλλά και τους επίορκους Δημόσιους Λειτουργούς, ώστε να εκτίουν όλη την ποινή τους στην φυλακή και να αποτρέπεται η εκμετάλλευση και νέων θυμάτων. Επιπλέον, ο ρόλος των Μέσων Μαζικής Ενημέρωσης μπορεί να σταθεί καταλυτικός, προκειμένου επαγρυπνήσουμε τις συνειδήσεις των πολιτών μέσω της καλής και υγιούς ενημέρωσης. Όλα αυτά βέβαια, ακόμη και αν υλοποιούνταν, δεν θα μπορούσαν να πετύχουν πολλά, αν δεν σταματήσει πρώτα ο πόλεμος και η φτώχεια στον πλανήτη που φέρνουν την εξαθλίωση και γεννούν το έγκλημα σε ολοένα και πιο ειδεχθείς μορφές. Ωστόσο, η πιο ουσιαστική και άμεση αντιμετώπιση του προβλήματος έγκειται στην δική μας ειλικρινή προσπάθεια όχι μόνο ως όργανα του Λιμενικού Σώματος αλλά και ως άνθρωποι· αντί να μεταθέτουμε τις ευθύνες για την επίλυση του προβλήματος στους άλλους, ας εντοπίσουμε ο καθένας από εμάς τις ευθύνες που του/της αναλογούν στο πρόβλημα.
ΠΗΓΕΣ-ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1. Γρ. Λάζος, Πορνεία και διεθνική σωματεμπορία στη σύγχρονη Ελλάδα- Η εκδιδόμενη, Καστανιώτης, Αθήνα 2002
2. Γρ. Λάζος, Πορνεία και διεθνική σωματεμπορία στη σύγχρονη Ελλάδα- Ο πελάτης, Καστανιώτης, Αθήνα 2002
3. Αθανασία Π. Συκιώτου, Εμπορία ανθρώπων στα Βαλκάνια: θύμα, δράστης και κατασταλτικές στρατηγικές, Αθήνα-Κομοτηνή, Αντ. Ν. Σάκκουλας, 2003.
4. Λουίζα Γουό, Πουλώντας την Όλγα: Ιστορίες παράνομης διακίνησης και εμπορίας ανθρώπων και αντίστασης, μετάφραση Ρένα Καρακατσάνη, Εκδοτικός Οίκος Α. Α. Λιβάνη, Αθήνα, 2009.
5. ΜΚΟ: «Δίκτυο Γυναικών Ευρώπης», «Ελληνικό Συμβούλιο για τους Πρόσφυγες», «Νέα Ζωή Σωματείο για την Υποστήριξη και Αποκατάσταση Εκδιδόμενων Ατόμων», «Επιμορφωτικός Πολιτιστικός Σύλλογος Το Σπίτι Της Λυδίας», «Κλίμακα», «Ιατρική Παρέμβαση».
6. Ο νόμος 3907/2011 για το trafficking προβλέπει να δίνονται άδειες διαμονής για ανθρωπιστικούς λόγους ακόμη και στα θύματα εμπορίας ανθρώπων που φοβούνται και δεν συνεργάζονται με τις διωκτικές αρχές. Προϋπόθεση όμως είναι να υπάρχει σχετική πράξη χαρακτηρισμού τους από τον αρμόδιο Εισαγγελέα Πρωτοδικών, διαδικασία χωρίς γραφειοκρατικά εμπόδια και αρκεί βέβαια ο δικαστικός λειτουργός να βγαίνει και από το γραφείο του και να μην πέφτει στην παγίδα διεφθαρμένων αστυνομικών.
7. Η άδεια διαμονής είναι ταυτόχρονα και άδεια εργασίας, γεγονός που οι υποψήφιοι εργοδότες το αγνοούν. Προκειμένου, λοιπόν, το θύμα να εξηγήσει την κατάσταση στον υποψήφιο εργοδότη του είναι αναγκασμένο να του παρουσιάσει τη νομοθεσία που προβλέπεται για τα θύματα εμπορίας. Κάτι τέτοιο δημιουργεί προβλήματα στην αναζήτηση εργασίας, στιγματίζει το θύμα, κάνει καχύποπτους τους εργοδότες, φέρνει σε δύσκολη θέση τις γυναίκες που θέλουν να κάνουν μία νέα αρχή
δημοσίευση 2011
δημοσίευση 2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου